- πολύγυρος
- Oνομασία 2 οικισμών.
1. Μεγάλος ορεινός οικισμός (υψόμ. 530 μ.), στην πρώην επαρχία Χαλκιδικής του ομώνυμου νομού. Ο Π. βρίσκεται χτισμένος αμφιθεατρικά στα Δ του Σταυρού Τούμπα, νοτιότερης κορυφής του Χολομώντα. Είναι πρωτεύουσα του νομού και έδρα του ομώνυμου δήμου (119 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν οι οικισμοί Αγ. Προδρόμου, Βραστάμων, Ολύνθου, Παλαιοκάστρου, Σανών και Ταξιάρχου.
Στη θέση του Π. δεν φαίνεται να υπήρχε οικισμός κατά την αρχαιότητα. Οι Έλληνες του νότου έχτιζαν τις αποικίες τους κατά τους αρχαϊκούς χρόνους στα παράλια της Χαλκιδικής ή πολύ κοντά στην ακτή. Ίχνη των θρακικών φύλων, που κατείχαν το εσωτερικό της Χαλκιδικής, δεν έχουν έρθει, μέχρι στιγμής, στο φως. Φαίνεται πάντως πιθανό πως κοντά και γύρω στον Π. πρέπει να αναζητηθούν πόλεις και πολίχνες, όπως η Σκώλος ή Στώλος και η Απολλωνία. Πρέπει να ταυτιστούν εξάλλου εκτεταμένα ερείπια και νεκροταφεία στα γύρω υψώματα, στα Ν και στα Δ, μέχρι Βραστών.
Στο Μουσείο του Π., που εγκαινιάστηκε το 1971, συγκεντρώνονται τα διάσπαρτα αρχαιολογικά ευρήματα της Χαλκιδικής. Μεταξύ αυτών ένας μισοτελειωμένος κούρος από τα Στάγειρα, εικονιστικά γλυπτά ρωμαϊκών χρόνων από το Στρατώνι, διάφορα αγγεία και ειδώλια. Στον Π. επίσης υπάρχει η αρχαιολογική Συλλογή Λαμπροπούλου, στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων, μελανόμορφη οφθαλμωτή κύλιξ του Εξηκία, άριστα διατηρημένη πρόχους της τελευταίας περιόδου του μελανόμορφου ρυθμού με παράσταση τριών μορφών, ερυθρόμορφη πελίκη με παράσταση Δία και Ερμή, χάλκινα κράτη και διάφορα όπλα, πήλινα ειδώλια κ.ά.
2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 680 μ.), στην πρώην επαρχία Δωδώνης, του νομού Ιωαννίνων. Βρίσκεται στις νοτιοδυτικές πλαγιές των Κουρέντων, εκεί όπου βρίσκονται και άλλοι 2 μικρότεροι οικισμοί, οι Ταξιάρχες (υψόμ. 420 μ.) και το Ελευθεροχώρι (υψόμ. 610 μ.).
Κεραμικά και προτομές, που βρέθηκαν στην περιοχή της Χαλκιδικής. Ανάμεσα τους είναι και ένα έργο του Εξηκία. Τα ευρήματα αυτά βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Πολύγυρου, ένα από τα σημαντικότερα της Μακεδονίας.
Γενική άποψη του Πολύγυρου, πρωτεύουσας της Χαλκιδικής.
* * *-ον, Α1. αυτός που έχει πολλούς γύρους, πολλούς κύκλους2. αυτός που γίνεται με πολλούς ελιγμούς («ἡ πολύγυρος ὄρχησις», Ιωάνν. Χρυσ).[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ* + γυρός «γύρος»].
Dictionary of Greek. 2013.